
Ψυχοθεραπεία
Η ΣΥΣΤΗΜΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
ΤΟ ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΟ ΡΕΥΜΑ ΣΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (1990-)
Κονστρουξιονισμός ή Κοινωνικός Κονστρουκτιβισμός
(περιληπτικές σημειώσεις)
Από τις εισηγήσεις : ΜΑΝΩΛΗ ΤΣΑΓΚΑΡΑΚΗ
Οι μεταμοντέρνοι ψυχοθεραπευτές θεωρούν ότι η πραγματικότητα δεν βρίσκεται εκεί έξω ανεξάρτητα από τον παρατηρητή. Αποδέχονται με αυτό τον τρόπο, λίγο ή πολύ, τις θέσεις του κονστρουκτιβισμού για τη σημασία του υποκειμένου στη γνώση του κόσμου. Ο ανθρώπινος νους κατασκευάζει μοντέλα που ταιριάζουν στην αντικειμενική πραγματικότητα. Για τον παρατηρητή που κάνει χρήση αυτής της οπτικής η γνώση δεν στρέφεται στο να γνωρίσουμε τα πράγματα καθεαυτά αλλά τις μεταξύ τους σχέσεις.
Ο κονστρουξιονισμός , αλλιώς λεγόμενος , κοινωνικός κονστρουκτιβισμός εισάγει την έννοια της μεταβαλλόμενης πραγματικότητας η οποία αναφέρεται στο κοινωνικό υποκείμενo και δημιουργείται στις σχέσεις της κοινωνικής συναλλαγής . Απομακρύνεται από το πρότυπο σκέψης που αντιπαραθέτει το υποκείμενο απέναντι στο αντικείμενο και προτείνει μια κοινωνική γνώση που εσωτερικεύεται , αφού προτύτερα μεσολαβήσει το γλωσσικό εργαστήρι της κοινωνίας. Η δράση μας στην κοινωνία κατασκευάζει και παράγει γνώση.
Σύμφωνα με τις απόψεις της νευροεπιστήμης ο εγκέφαλός μας εσωτερικεύει πρόσωπα και καταστάσεις . Ο κοινωνικός εγκέφαλος έχει άμεση σύνδεση με τον έλεγχο του συναισθήματος και το αίσθημα ασφάλειας
Στις φιλοσοφικές θεωρήσεις του κονστρουξιονισμού η πραγματικότητα και κατ’επέκταση η γνώση μας για αυτή συν- κατασκευάζονται στο κοινωνικό γίγνεσθαι των σχέσεων. Η θέση αυτή στη δεκαετία του ‘’90 συμπλήρωνε τις θέσεις του κονστρουκτιβισμού για τη θέση του υποκειμένου απέναντι σε αυτό που αποκαλούμε πραγματικό και είχε επίσης σοβαρή απήχηση στην πράξη της ψυχοθεραπείας , ιδιαίτερα στις εφαρμογές της αφηγηματικής προσέγγισης. Στο ίδιο πλαίσιο κατανόησης η αποδόμηση μιας αφηγούμενης ιστορίας (deconstruction) μας οδηγεί σε προσωπικά νοήματα.
Για τους κονστρουξιονιστές η πραγματικότητα που έχει προέλευση την κοινωνική κατασκευή και τα νοήματα που προκύπτουν από αυτή τη διαδικασία δημιουργείται κοινωνικά στη γενικευμένη καθημερινότητα της ανθρώπινης επικοινωνίας και άλλες φορές , ξεχωριστά , στα επιμέρους πλαίσια των κοινωνικών σχέσεών μας. Το προσωπικό στοιχείο μπορεί να αναζητηθεί στην κοινωνική διαμεσολάβηση και στη συνέχεια να αναδυθεί μέσα από αυτή . Γι’ αυτό και κατ’αρχήν διερευνάται σε συνάρτηση με τις επιδράσεις από την πολυφωνία της κοινότητας και την ετερότητα που ο άνθρωπος ενστερνίζεται σε μια πολυφωνική πραγματικότητα. Με αυτή την προοπτική η ετερότητα, αλλότητα κατ’άλλους, δεν είναι απειλητική, καθώς έτσι νοούμενη θεωρείται μέρος της υπό διερεύνηση ταυτότητάς μας.
Η εσωτερίκευση του κοινωνικά πραγματικού γίνεται μέσω της γλώσσας. Διαθέτουμε ένα γλωσσικό πεδίο που δημιουργείται στο μυαλό μας, όταν συνδεόμαστε επικοινωνιακά με τον άλλο. Ως εκ τούτου η γλώσσα στις θεωρήσεις του κονστρουξιονισμού αποκτά ιδιαίτερη σημασία . Με όργανο τη γλώσσα κατασκευάζεται η πραγματικότητα της επικοινωνίας. Η αφήγηση είναι αποδεκτή ως φορέας μιας κατά σύμβαση προσωπικής πραγματικότητας επηρεασμένης αποφασιστικά από το κοινωνικό πλαίσιο . Η γνώση και οι παραδοσιακές αξίες θεωρούνται κοινωνικές επινοήσεις υποκείμενες θεραπευτικά, σε συνεργασία με τον θεραπευόμενο, σε αποδόμηση του περιεχομένου τους, προκειμένου να αποκαλυφθεί το βαθύτερο σπόστρωμα των ταυτοτικών στοιχείων. Οι κατασκευές κατά την επικοινωνία είναι γλωσσικής φύσης . Τις χρησιμοποιούμε στις σχέσεις μας με τους άλλους και στις αφηγήσεις μας. Μέσα σε αυτές τις σχέσεις οι αφηγήσεις ως γλωσσικά συστήματα αποκτούν νόημα. Παραδείγματος χάρη, οι προσωπικές αφηγήσεις στο πλαίσιο της επιστημονικής κοινότητας εκλαμβάνονται από την κοινότητα ως αντικειμενικές , καθώς αυτές νοηματοδοτούνται με βάση ένα συγκεκριμένο παράδειγμα και εκφράζονται με τον αναγνωρίσιμο από την κοινότητα των επιστημόνων γλωσσικό κώδικα . Το ίδιο μπορεί να ισχύσει για ένα κείμενο θρησκευτικού περιεχομένου. Τα νοήματα στη γλώσσα του θρησκεύματος αναφοράς εκπορεύονται από αξίες και πεποιθήσεις που έχουν να κάνουν με ένα συγκεκριμένο γλωσσικό, ιδεολογικό πλαίσιο της θρησκευτικής κοινότητας.
Με βάση αυτό, τόσο ο επιστήμονας όσο και ο θρησκευόμενος μεταφέρουν γνώση κοινωνικά κατασκευασμένη στον κυρίαρχο λόγο του περιβάλλοντός τους . Με τον διάλογο γίνεται σύνδεση των συναισθημάτων και συνάμα αποδομείται ο κυρίαρχος λόγος. ο θεραπευόμενος εν προκειμένω αποκαλύπτει στον εαυτό του τα προσωπικά νοήματα της ζωής του.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Κάτω από αυτή την οπτική το θεραπευτικό πλαίσιο αποκτάει μεγάλη ευρύτητα: είναι η οικογένεια, το επάγγελμα , οι κοινωνικές σχέσεις, η κοινωνία γενικότερα. Είναι όμως κατά κύριο λόγο το περιεχόμενο του κειμένου,το περιεχόμενο των αφηγήσεων οι οποίες εμπεριέχουν αυτά τα συστατικά .
Το μέσο διερεύνησης της εγκαταστημένης νευροβιολογικά πολυφωνίας και αποδόμησης της κοινωνικής πραγματικότητας είναι ο διάλογος ο οποίος είναι συνυφασμένος με τη δημιουργία νοήματος και τη διεργασία διαφοροποίησης .
Ο θεραπευτικός διάλογος γίνεται πρότυπο επικοινωνίας και μεταφέρεται στους ανθρώπους που συναναστρέφεται το άτομο. Αναδεικνύει την προσωπική φωνή και γεννάει το συνεκτικό συναίσθημα της ταυτότητας
Το πρόβλημα της οικογένειας και του κάθε μέλους ξεχωριστά συν-κατασκευάζεται κοινωνικά , εκφράζεται γλωσσικά και διατηρείται μέσα από τις ιστορίες που λέμε και την επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά .
Μιλάμε λοιπόν για μία προσέγγιση της ψυχοθεραπείας αφηγηματικά επικεντρωμένης σύμφωνα με τη θεωρία του κονστρουξιονισμού.
Εστιάζουμε περισσότερο στο περιεχόμενο των ιστοριών και, μέσα σε αυτό το αφηγηματικό πλαίσιο, επιχειρούμε μαζί με τον θεραπευόμενο να εντοπίσουμε τις σχέσεις διαφοράς. Το ενδιαφέρον μετατοπίζεται από τις συμπεριφορές στις ιδέες και τα νοήματα, τα κοινωνικά στην αρχή και τα προσωπικά στη συνέχεια .
Η πραγματικότητα αποτυπώνεται με ιστορίες. Αυτές τις οποίες όλοι οι άνθρωποι όπως και τα μέλη της οικογένειας μοιράζονται μεταξύ τους. Οι ιστορίες δεν έχουν προσωπικό χαρακτήρα, όμως δεν εμφανίζονται αμεταμφίεστες. Κατασκευάζονται κοινωνικά μέσα στις σχέσεις και στη συνέχεια χρειάζονται αφηγητή και ακροατή σε διάλογο για να εντοπισθεί σε αυτές ο νοηματικός πυρήνας .
Υπάρχει η οικογενειακή κατασκευή της πραγματικότητας. Κάθε μέλος της οικογένειας χρησιμοποιεί για την εξήγηση των γεγονότων μιας ιστορίας ένα κοινό σύστημα αξιών και πεποιθήσεων. Χτίζεται έτσι ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας μη συνειδητά, από συνήθεια, μια κοινή αφηγηματική παράδοση που πλανιέται ακαθόριστα στους σπιτικούς διαλόγους , στα πιστεύω , τις πεποιθήσεις .
Τι είδους ιστορίες αφηγείται κάποιος για τον εαυτό του; Κάθε άνθρωπος κατασκευάζει τη δική του ιστορία από μια αφηγηματική παράδοση συνθεμένη πολυφωνικά. Την περιγράφει σαν να είναι μοναδική στο σύνηθες πεδίο της καθημερινότητας .
Άλλες πάλι ιστορίες χρόνιας σοβαρότητας περιγράφονται ως μεμονωμένα συμβάντα ή αξιολογούνται ως μη σημαντικές.
Στο πλαίσιο της θεραπευτικής επικοινωνίας κάθε αφήγηση είναι αποδεκτή ανεξάρτητα από το αν είναι αληθινή ή όχι ακριβής ή μη.
O ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ
΄Εχει τον τρόπο να συντονίζεται συναισθηματικά με τον θεραπευόμενο. Αξιοποιώντας ενσυναισθητικά την περιέργεια ως ιδιότητα που αναδύεται στην ιδιαιτερότητα της εκάστοτε θεραπευτικής σχέσης συνεργάζεται για να γνωρίσει ο θεραπευόμενος τις σημασίες του εκφερόμενου διαλογικά κοινού λόγου (discourse), σε αυτόν και ο δικός του, και να τις ξεχωρίσει. Προέκταση αυτού είναι η διάκριση (distinction) των προσωπικών από τις κοινωνικές πεποιθήσεις . To κοινωνικό περίβλημα της αφήγησης αποδομείται , αποκαλύπτεται η πολυφωνία και έρχεται σιγά σιγά στην επιφάνεια το προσωπικό νόημα.
Όταν μια κατάσταση μπορεί να θεαθεί από διαφορετικές πλευρές/ οπτικές, τότε αυτό οδηγεί σε διαφορετικές εννοιολογικές ακολουθίες, κατανοήσεις, επιλογές. Η ίδια κατάσταση χάνει σταδιακά τη σημασία της και αποκτά νέα. Κάτι αντίστοιχο αποτυπώνεται στη διαφορετική εξιστόρηση , όταν στη θεραπεία την αφήγηση ακολουθεί η «διορθωτική» επαναφήγηση του θεραπευόμενου
Ο ψυχοθεραπευτής λειτουργεί ως συν-κατασκευαστής της αφήγησης, ως ο ισότιμος εταίρος και ενεργός ακροατής στον διάλογο προς αναζήτηση του προσωπικού πλαισίου των σχέσεων και του νοήματος .
Σύμφωνα με τις απόψεις των H.Goolishian και H. Anderson, η στάση του έχει τον διακριτικό χαρακτήρα του προσώπου που ακροάται από τη θέση του « μη ειδέναι» (not knowing ) και κατά περίπτωση εφαρμόζει την αρχή ότι « Το πρόβλημα ορίζει το σύστημα » δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο ότι η σχέση ανάμεσα σε μία ισότητα προσώπων είναι το ίδιο σημαντική όσο σημαντικά είναι και τα πρόσωπα.
Από τα χρόνια της κυβερνητικής δεύτερης τάξης (1981) ο βιοφυσικός και διανοητής των συστημάτων H.v. Foerster είχε διατυπώσει δύο ισότητες (εξισώσεις) προοιμιάζοτας συνοπτικά το πνεύμα του κοινωνικού κονστρουξιονισμού και συνάμα κάνοντας σύνδεση με το προγενέστερο ρεύμα της δικής του περιόδου :
ΕΣΥ ΚΑΙ ΕΓΩ ΚΑΙ Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ = ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
Η. Anderson, D.Gehart “Συνεργατική Θεραπεία” University Studio Press, μετ. 2014
K. Gergen (1994) “Realities and Relationships”, Harvard University Press, 1994
K. Gergen and M. Gergen (2008) ‘’ Social Construction: Entering the Dialogue ‘’, Taos Institute Publications
H.v. Foerster (1981) “Observing Systems”
M. White(1998) ‘’Re-Authoring Lives: Interviews and Essays ‘’, Dulwich Center Publications